- ζιγκίτης
- Ορυκτό οξείδιο ψευδαργύρου του τύπου ZnO. Κρυσταλλώνεται στο εξαγωνικό σύστημα, βρίσκεται σε κοκκώδη χοντροκρυσταλλικά και φλοιώδη συσσωματώματα και σπάνια με τη μορφή κρυστάλλων. Έχει ειδικό βάρος 5,4-5,7, βαθύ κόκκινο χρώμα, αδαμαντοειδή λάμψη, σκληρότητα 4-4,5 και περιέχει πάντα μαγγάνιο. Απαντάται κυρίως στην περιοχή του Νιου Τζέρσεϊ, όπου οι μεγάλες ποσότητές του το καθιστούν σπουδαίο μετάλλευμα ψευδαργύρου.
* * *ο(ορυκτ.) ορυκτό οξείδιο του ψευδαργύρου.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. zincite (< zink «τσίγκος» + ite)].
Dictionary of Greek. 2013.